Τρίτη 25 Δεκεμβρίου 2007

ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ



Mπαίνουν οι γιορτάδες. Αίσθημα ματαίωσης – θλίψη στην μύχια ανάμνηση της χαράς που η παιδική αφέλεια έδινε, τότε, φως στις μέρες αυτές. Το Δώρο! Αυτό το φυλάς γιατί οι λογαριασμοί εξώκειλαν και χρειάζεται τάξη και γερό αποθεματικό. Άσε που ανέβηκε το πετρέλαιο, κάνει διαολεμένο κρύο, ο καυστήρας στο φουλ και σε λίγο με το νέον και ευτυχές 2008, έρχεται και το μπιλιετάκι των κοινοχρήστων αγκαζέ με την ασφάλεια αυτοκινήτου.
Λογαριασμοί, ο προϋπολογισμός ’08, το Νέο Μουσείο Ακροπόλεως ενώπιον εγκαινίων και ο πρωθυπουργός έκανε πρόβα τζενεράλε με ξενάγηση στο κτήριο. «Οι συνθήκες ωρίμασαν», είπε, «με την κατασκευή και τη λειτουργία του νέου Μουσείου καταρρίπτεται και το τελευταίο επιχείρημα αυτών που αρνούνται την ικανοποίηση ενός δίκαιου αιτήματος». Συμφωνούμε όλοι. Αυτή που διαφωνεί είναι η εκπρόσωπος του Βρετανικού Μουσείου.
Επιχείρημα όμως κι’ αυτό. Δηλαδή, απολογία ότι δεν είχαμε άξιο μουσείο για να φιλοξενήσει τα γλυπτά του Φειδία, οπότε με την κατασκευή ανάλογου κτηρίου το Βρετανικό Μουσείο υποκλινόμενο στην ελληνική αποτελεσματικότητα θα μας έλεγε : ΠΑΡΤΕ ΤΑ!!!
Παρ’ ότι απόγονοι εμπόρων και ναυτικών, δεν εμπεδώσαμε το μάθημα. Πρώτα εξασφαλίζεις το εμπόρευμα και μετά κάνεις μαγαζί.
Τώρα μαγαζί έχουμε, η πραμάτεια είναι λίγο ελλιπής, αλλά, τι να γίνει. Θα δείχνουμε τις ανασκαφές του υπογείου, που ανάλογες δεν έχουν οι Βρετανοί. Τις κακοποιήσαμε λίγο για να σκαφτούν τρία υπόγεια συν τη θεμελίωση, αλλά ο σκοπός ιερός και άγιος. Κάτι σαν το Τάμα.
Κα για να μην ξεχνιόμαστε. Ερωτήθηκε ο ΥΠΠΟ τι θα γενεί με τα δύο διατηρητέα της Δ. Αρεοπαγίτου, που έχει ξεσηκωθεί όλη η Ευρώπη να τα σώσει κι’ αυτός απάντησε: «Η ελληνική πολιτεία έχει συνέχεια. Θα εφαρμοστεί η απόφαση του προκατόχου μου». Πονηρός ο εξάδελφος. Πετάει το μπαλάκι και συνεχίζει να κοιτά ημίψηλα. Η Ελληνική πολιτεία έχει συνέχεια αλλά δεν το ξέραμε, όπως, στις προεκλογικές υποσχέσεις και τα μετεκλογικά γυρίσματα, τα σούρτα φέρτα του Τούρκου ΥΠΕΞ στη Θράκη με τρακατρούκες τις αεροπορικές παραβιάσεις, τα ομόλογα, τα ασφαλιστικά ταμεία, το όνομα των Σκοπίων που πολλοί δεν θέλουν μικτό, αλλά δεν μετάφρασαν ακόμη τον όρο FYROM (= Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας). Τι σημαίνει το τελευταίο? Σημαίνει απλά ότι από το ’45 μέχρι το ΄92 το ελληνικό κράτος αποδέχονταν και συνεργαζόταν με την τότε Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Κι’ έτσι «η ετούτη με τα κλάματα κι’ ο ετούτος με τους όρκους» δεν πείθουν διεθνώς κανέναν. Την ισχύ και την συνέχεια του κράτους τους, θα την την επιδείξουν βέβαια, Πού? Στην οδό Δ. Αρεοπαγίτου.
Υ.Γ. 1- Τα τελευταία τραγικά συμβάντα με πρωταγωνιστή τον τ. Γεν. Γραμματέα του ΥΠΠΟ δείχνουν οτι το σύστημα αγρίεψε και η κατρακύλα τελειωμό δεν έχει.
Υ.Γ. 2- Καλή Πρωτοχρονιά και εις άλλα με υγείαν.

Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2007

«ΠΑΝ ΜΈΤΡΟΝ ΑΡΙΣΤΟΝ» ή αλλιώς, μας σώσανε τα κούφια λόγια








Αναλογίες, κλίμακα, αίσθηση του μέτρου, όροι πολυχρησιμοποιημένοι στις αναφορές δασκάλων και λογοτεχνών, όταν μας δασκαλεύουν στην αισθητική παράδοση της αρχαιότητας. Και όχι μόνο, αλλά και στα τρέχοντα του πολιτισμού που σαν κληρονόμοι, παράγουμε διαπλάθοντας την ύλη. Είτε ζωγραφική είναι αυτό είτε γλυπτική, ή φωτογραφία, αλλά κύρια,αρχιτεκτονική. Στην επιβεβλημένη, από την ανοικοδόμηση, σάρωση σε βάρος του παλαιού «μέτρου», στη Γαργαρέττα των νεοκλασικών κτιρίων και αρ νουβώ (ναι, υπήρχε και ένα τέτοιο στην συμβολή των οδών Μισαραλιώτου με Βείκου), επεβλήθη το νέο κόσμημα. Αδιαμφισβήτητο καμάρι του ΥΠΠΟ και των παραγόντων του ΟΑΝΜΑ, θέλοντας να επιδειχθεί η σχέση του νέου κτιρίου με τον ιστορικό χώρο κρέμασε την τεράστια αυτή φωτογραφίαστο τυφλό τμήμα της οικίας Κουρεμένου. ( Με την κατεδάφιση του γωνιακού με αριθμό 15 ξεγυμνώθηκε το 17 και υποβαθμίστηκε εμφανέστατα). Τα σχόλια, για όσους όντως έχουν αίσθηση του μέτρου, των αναλογιών και της κλίμακας, ίσως περιττεύουν . Η διαπίστωση είναι ότι οι εντεταλμένοι από την Πολιτεία θεράποντες του μέτρου, των αναλογιών και της κλίμακας, τα στερούνται ολοσχερώς. Παρακμή? Άγνοια? Εθνική ανοησία? Ψάξτε το.

Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2007

ΧΑΡΕΣ ΣΤΗΝ ΜΠΑΖΟΧΩΡΑ

Οδός Λαγκαδά. Αρχαίος δρόμος διάσπαρτος ιστορικών τόπων. Από την προϊστορία μέχρι σήμερα, Άξονας οδικός που, και τώρα όπως αιώνες πριν οδηγούσε στους βόρειους λαούς της βαλκανικής ενδοχώρας και στην βασιλεύουσα. Σπαράγματα καταλοίπων όπως η τούμπα του Δερβενίου, η τράπεζα του Λεμπέτ, το στρατόπεδο Παύλου Μελά, η Μονή Λαζαριστών. Πολλά που επανατοποθετούν την περιοχή στο ιστορικό βάθρο που της αρμόζει. Τα γράφει εύγλωττα ο ιστορικός Σπύρος Λαζαρίδης στο πόνημά του «Από το Βαρδάρι ως το Δερβένι» των εκδόσεων Ζήτρος.
Αλλά άλλες είναι οι βουλές του συστήματος πετρελαιοειδή – ασφαλτικά – δρόμοι - αυτοκίνητο. Δεν λύνουμε το μπλοκάρισμα, απλά το μεταθέτουμε για το άμεσο μέλλον. Ο τζίρος να γίνεται.
Τις προάλλες ανέβηκα την οδό Λαγκαδά με αφορμή ένα ταξίδι μου προς την Θάσο.
Την είχα περάσει κι’ άλλες φορές, μπαίνοντας από διάφορες καθέτους και για περιορισμένες διαδρομές, έτσι που να μην έχω την πλήρη εικόνα των μεγάλων αλλαγών που επέφερε η διαπλάτυνση της οδού αυτής. Από ένα δρόμο τεσσάρων λωρίδων κυκλοφορίας -δύο ανά κατεύθυνση- έγινε με έξη, συν τους εκατέρωθεν παραδρόμους. Κυριολεκτικά σάρωσε τα πάντα στο διάβα του, και απ’ ό,τι βλέπω ο δρόμος αυτός, θα σαρώσει κι’ άλλο, ο αχόρταγος.
Ξεκινώντας από την πλατεία Βαρδαρίου ή Δημοκρατίας, η πρώτη συνάντηση με την λαίλαπα είναι στο ιστορικό νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής. Αυτό στα δυτικά, μαζί με εκείνο της Ευαγγελίστριας ανατολικά των τειχών της πόλης, υπήρχαν από την οθωμανική περίοδο και σήμερα ορίζουν τα όρια της ιστορικής Θεσσαλονίκης.
Το θέαμα ήταν αποκαρδιωτικό. Πίσω από την περίφραξη που ανακαινίστηκε με μεράκι και πανάκριβα υλικά επί «Πολιτιστικής Πρωτεύουσας ‘97» είχαν ξεπατωθεί οι περισσότεροι από τους έντεχνους μαρμάρινους τάφους, εκ των οποίων πολλοί οικογενειακοί. Είχαν αρχίσει να πετσοκόβονται τα πανύψηλα κυπαρίσσια και παράλληλα να κατεδαφίζεται ο περίτεχνη περίφραξη που έγινε πριν μόλις δέκα χρόνια.



Το νεκροταφείο της αγ. Παρασκευής και οι εργασίες διαμόρφωσης της νέας του εικόνας.


Η προοπτική για το χώρο, πέραν της διαπλάτυνσης που προωθείται, είναι η δημιουργία πάρκου στον χώρο που ήσαν τα μνήματα, διατηρώντας μέρος μόνο αυτών. Καλής προαίρεσης ενέργεια, αλλά γιατί τόση καταστροφή? Γιατί τόση σπατάλη πόρων, φυσικών και οικονομικών?
Τα συμμαχικά νεκροταφεία ακολουθούν μετά στην πορεία του δρόμου, με προεξάρχον το Σερβικό. Εδώ ακόμη δεν ξεκίνησαν τα έργα διαπλάτυνσης της οδού, οπότε η φωτογραφική απεικόνιση είναι άρτια. Υποπτεύομαι ότι υπάρχει κάποιο γραφειοκρατικό κόλλημα, δεδομένου πώς το καθεστώς των συμμαχικών νεκροταφείων υπάγεται σε διακρατικές συμφωνίες. Ο λόγος είναι πως σαν χώροι με την ευθύνη διαχείρισής τους ανήκουν στα κράτη πού έθαψαν τους νεκρούς τους στους βαλκανικούς πολέμους. Ίσως να προκύπτουν δυσκολίες από μέρους τους. Το σερβικό, που η αρχή του ξεκινάει οριακά από την χάραξη της οδού Λαγκαδά, θα υποστεί τις μεγαλύτερες απώλειες. Είναι η μοίρα των Σέρβων φαίνεται. Η προοπτική, που στηρίζεται στην σωστή απόσταση μεταξύ κυρίας εισόδου με το κενοτάφιο, θα μειωθεί αισθητά επιβάλλοντας, ίσως και την κατασκευή κλιμάκων για να ενοποιηθεί η διαφορά ύψους μεταξύ εισόδου και επιπέδου έδρασης του κενοταφίου. Ένα είναι βέβαιο, ότι η αρχιτεκτονική τοπίου αισθητικής των αρχών του 20ου αιώνα που σχεδιάστηκε από τον, ή, τους Σέρβους αρχιτέκτονες θα υποστεί άγριο τσεκούρωμα, προς δόξα των εισαγωγέων αυτοκινήτων, των ασφαλτικών και εν γένει και όλων των υποπροϊόντων του πετρελαίου.














Η κεντρική είσοδος, προς μέλουσα
μετακίνηση.
Η προοπτική προσέγγισης του Κενοταφίου

Να σημειώσω ότι η αρχιτεκτονική του χώρου, κλασσική ευρωπαϊκή μνημειακών χώρων, είναι πολύ υψηλής ποιότητας όχι μόνο στον γενικό και ειδικό σχεδιασμό, αλλά και στην ποιότητα των εφαρμογών. Είδος σπάνιο στην Ελλάδα και γι’ αυτό τον λόγο, πολύτιμο. Εννοείται ότι, η σε 30 τουλάχιστον μέτρα υποχώρηση της κεντρικής εισόδου, δεν θα παρασύρει μόνο τις κατασκευές τις μνημειακής εισόδου – που σίγουρα θα ξαναγίνουν ενδότερα – αλλά θα κόψει και τα πυκνά αιωνόβια κυπαρίσσια που βλέπετε στην φωτογραφία της εισόδου.



















Εκεί στο βάθος που περπατούν τα δύο κορίτσια, θα φθάσει η Λαγκαδά.


Το ψηφιδωτό, στην μετώπη του κενοτάφιου, έγινε σε σχέδιο του Αγήνορα Αστεριάδη



Στη συνέχεια, με την στάση στα φανάρια της διασταύρωσης με το, επίσης ιστορικό στρατόπεδο «Παύλου Μελά», είδα ότι το άλσος των εκατοντάδων πεύκων που αναπτυσσόταν σε ένα μήκος 100 μέτρων κατά μήκος της οδού και με ένα ικανό βάθος για να το υπολογίσω αναδρομικά σχεδόν στα 5 στρέμματα, είχε μείνει το μισό. Αμέσως μετά μισό είδα ν’ αχνοφαίνεται από τα εναπομείναντα πεύκα το κτίριο του διοικητηρίου με λαμαρίνες να καλύπτουν την ανάπηρη πλευρά του. Η ωραία αρχιτεκτονική των αρχών του 20ου αιώνα είχε αρπάξει μια γερή τσεκουριά και μάλιστα σε χρόνους που όλοι, ή σχεδόν όλοι, κόπτονται για τα περί παράδοσης, ιστορικότητας, μνημείων και άλλα ηχηρά.























Αριστερά, το άλσος με το διοικητήριο,

από αεροφωτογραφία του 1996.



Δεξιά ό,τι απόμεινε απότο διοικητήριο.




Κάτω δεξιά, τα πρωτότυπα σχέδια του Διοικητηρίου








Ευτυχώς το κτίριο το οποίο στέγαζε τις θρησκευτικές ενασχολήσεις των τότε στρατιωτικών, δηλαδή το τζαμί, είχε διασωθεί. Για αυτό είχε εφαρμοστεί η τεχνική της μεταφοράς με αργή ολίσθηση προς την νέα του θέση, εσώτερα του δρόμου. Έτσι γλίτωσε, ενώ το κτίριο του διοικητηρίου, όχι. Ο λόγος μάλλον θα βρίσκεται, όχι τόσο στη ευαισθησία των αρμόδίων, όσο στην εξωτερική πολιτική μας σε σχέση με την Τουρκία και τις ισλαμικές χώρες, αλλά και σε λόγους που άπτονται της προστασίας των θρησκευτικών μνημείων, που πρεσβεύει η UNESCO.



















Αριστερά η βόρεια όψη του Διοικητηρίου
σε αεροφωτογραφία.


Δεξιά, ότι έμεινε σήμερα.



Εκεί όμως που ο καθένας δίνει τα ρέστα του είναι λίγο μετά, εκεί όπου βρίσκεται το δημοτικό θέατρο και πολιτιστικό κέντρο του Δήμου Σταυρούπολης.
Εδώ ανακαλύπτουμε μία άλλη πρωτοτυπία. Ότι ένα δημόσιο έργο καταστρέφει ένα άλλο δημόσιο έργο, που στοίχισε λεφτά, που λειτουργεί και εξυπηρετεί δημόσιες ανάγκες και μάλιστα πολιτιστικές.
Θυμάμαι το θεατράκι που στεγάζεται στο κτίριο αυτό, λίγα χρόνια πριν, όταν επί Πολιτιστικής Πρωτεύουσας και μετά, είχε στεγάσει καταπληκτικές παραστάσεις.
Τι να πρωτοθυμηθώ. Την υπέροχη παράσταση που μας χάρισε ο Πήτερ Μπρούκ με το «Τι ευτυχισμένες μέρες» του Μπέκετ, και την καταπληκτική Νατάσσα Πάρρυ. Το έργο των Κεχαίδη-Χαβιαρά «Με δύναμη από την Κηφισιά» που ανέβασε το Θεσσαλικό Θέατρο, ή το «Τόσο κοντά» του Θεάτρου του Νότου και τον «Εραστή» του Πίντερ με τους Αλ. Συσσοβίτη και Νατ. Καποδίστρια και άλλα πολλά.

Για ό,τι αφορά τις παραστάσεις του παρόντος, μάλλον έχουν ελατωθεί. Σπάνια ακούω να ανεβαίνει κάτι στη σκηνή του θεάτρου αυτού. Ίσως δεν ενημερώνομαι επαρκώς. Πάντως τελευταία φορά που είδα παράσταση ήταν από πρόσκληση της φίλης Ισαβέλλας Μαρτζοπούλου, που λίγα χρόνια πριν είχε δημιουργήσει στον Δήμο Σταυρούπολης το θεατρικό σχήμα «Θεατρικό Εργοτάξιο», με το οποίο ανέβαζε ενδιαφέροντα έργα με πολιτική χροιά.


















Αριστερά, όπως είναι σήμερα.

Δεξιά, όπως ήταν πριν τη διαπλάτυνση.


Η εν λόγω διαπλάτυνση, λοιπόν, της οδού Λαγκαδά υπερύψωσε τον δρόμο σε σχέση με την είσοδο του θεάτρου, ουσιαστικά καταργώντας την. Έτσι, αντί ο δρόμος να είναι η διευκόλυνση στην πρόσβαση προς το κτίριο, να γίνεται πλέον το εμπόδιο.
Απορώ πώς και δεν συνεργάστηκαν Δήμος με την τεχνική εταιρία, ή μάλλον, τον αρμόδιο οργανισμό που επόπτευε το έργο, για να βρεθεί μια λύση. Γιατί λύσεις πάντα υπάρχουν και γιατί για λόγους, όχι μόνο ηθικούς, αλλά και απόλυτα οικονομικούς για τα χρήματα που σπαταλήθηκαν της «Πολιτιστικής Πρωτεύουσας» τα οποία δεν ήταν από ετεροχρονισμένη δωρεά του Ανδρέα Συγγρού, αλλά από τις τσέπες των φορολογουμένων.

Χθες.














Σήμερα και για πάντα.



Εδώ έρχεται το ωραίο! Ο φορέας και χρηματοδότης του έργου είναι το ΥΠΠΟ. Ο δε υπουργός, που τότε προώθησε το έργο, ο Ευάγγελος Βενιζέλος.
Η χρηματοδότηση προερχόταν από κονδύλια των ολυμπιακών έργων που διαχειριζόταν ο ΥΠΠΟ με το τίτλο «Πολιτιστική Ολυμπιάδα». Έτσι ζήλεψε ο ΥΠΠΟ τα χούγια του ΥΠΕΧΩΔΕ και του έδωσε να καταλάβει. Άλλο να συναναστρέφεσαι με πειναλέους ηθοποιούς και καλλιτέχνες και άλλο με μεγαλοεργολάβους.

Καθυστέρησα τη δημοσίευση αυτού του κειμένου μην θεωρηθεί συμβολή στην αντιπαλότητα των υποψηφίων του θρόνου του ΠΑΣΟΚ. Το φίλμ "Χοντρός - Λιγνός και το Κάθισμα του Αετού" με άφησε αδιάφορο. 'Οχι όμως τα αποτελέσματα της διαχείρησης έργων και πόρων που πληρώνονται από τους φορολογούμενους. Ο τέως υπουργός και φιλόδοξος αρχηγός, μας άφησε παρακαταθήκες, το σάρωμα του λόφου προιστορικού οικισμού στο Ζάγανι στον χώρο του νέου αεροδρομίου Αθηνών, τον τυποκτόνο νόμο περί συκοφαντικής δυσφήμισης, Το βαλτοτόπι και εκτροφείο βατράχων στην πεδιάδα του Μαραθώνα, το επαγγελματικό ασυμβίβαστο των βουλευτών, την προσπάθεια περιορισμού του Άρθρου 24 του συντάγματος για το περιβάλλον και άλλα που δεν θυμάμαι τώρα. Σε τοπικό επίπεδο, μιά και είναι παιδί της γειτονιάς αυτής, έκανε το θαύμα του.
Στον τόπο μας έχουμε καταφέρει και αυτό. Ακόμη και τις προσπάθειες να προωθηθεί η αισθητική μας παιδεία μέσω της Τέχνης, να βρίσκουμε τον τρόπο να τα αναγάγουμε όλα σε εργολαβίες οικοδομικών έργων. Έτσι έγινε και με την «Θεσσαλονίκη Πολιτιστική Πρωτεύουσα ‘97» έτσι και με την «Πολιτιστική Ολυμπιάδα» και με τους με τους καινούργιους πάμε και για χειρότερα.

Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2007

ΤΟ ΝΕΟ ΜΑΣ ΚΟΣΜΗΜΑ


Φωτο δανεικιά από το blog "νησι Λαπουτα"




Η φωτογραφία αυτή έγινε το 2005 από το επίπεδο της οδού Ροβέρτου Γκάλλι. Δηλαδή από το χαμηλότερο, υψομετρικά, σημείο του οικοδομικού τετραγώνου που περιέχει και το Νέο Μουσείο. Τα δύο κτίρια, όπως φαίνεται, δεν εμποδίζουν την θέαση του βράχου της Ακρόπολης με τον Παρθενώνα.


TΟ ΤΕΛΟΣ

Η «ΚΑΘΑΡΟΤΗΤΑ» ΤΗΣ ΘΕΑΣ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ ΚΑΙ ΤΑ ΘΥΜΑΤΑ ΤΟΥ.







ΑΥΤΑ ΘΑ ΓΙΝΟΥΝ ΜΠΑΖΑ












ΠΑΡΟΜΟΙΩΣ, ΜΠΑΖΑ.






































ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΟΝ ΕΜΠΛΟΥΤΙΣΜΟ ΔΑΣΩΝ, ΡΕΜΑΤΩΝ, ΧΑΡΑΔΡΩΝ, ΚΑΜΕΝΩΝ ΕΚΤΑΣΕΩΝ, ΠΑΡΑΛΙΩΝ κλπ ΜΕ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΜΑΣ ΠΛΟΥΤΟΥ.
ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΣΤΟΥΣ ΡΕΚΤΕΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ + ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
κ.κ. ΒΟΥΛΓΑΡΑΚΗ, ΛΙΑΠΗ



Για όσους γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην περιοχή που παλαιότερα λέγονταν Γαργαρέττα ή Κολωνάκι, και θυμούνται την Διον. Αρεοπαγίτου και την εξέλιξη της από το 1953 μέχρι σήμερα, ο δρόμος με το μέτωπο των κτιρίων από την μία πλευρά και τον αρχαιολογικό χώρο από την άλλη, αποτελεί μία εικόνα στερεή στον χρόνο, μέρος της οικιστικής εξέλιξης της Αθήνας και δείγμα της αρχιτεκτονικής από το τέλος του 19ου αιώνα μέχρι σήμερα.
Με χρονική σειρά, από το εργαστήρι του γλύπτη Γεωργαντή, τα δύο έργα του Β. Κουρεμένου, την οικία Μαντούβαλου - Κουβοπούλου, τα νεοκλασικά με πρώτο στη σειρά του Β. Παπαθανασίου, την από ετών κατεδαφισμένη οικία-atelier του Παρθένη, έως την οικίες Ζολώτα και Δραγώνα.
Η διαμάχη για την κατεδάφιση των δύο κτιρίων που κατά την όψιμη γνώμη έγκυρων επιστημόνων, δεν κολακεύει το νέο μας απόκτημα, προβάλλοντας, την πίσω όψη της οικίας Κουρεμένου και την, όντως αρνητική, τυφλή επιφάνεια της οικίας του Β. Παπαθανασίου. αφήνει πίσω ένα βασικό στοιχείο της προκήρυξης, που αποτέλεσε και ένα από τα κύρια προβλήματα προς επίλυση στον σχεδιασμό του. Ακριβώς, η υποχρέωση των μελετητών να λάβουν υπ’ όψιν τους αυτή την παράμετρο. Σοβαρή παράμετρος, μια και παρεμβάλλονται τα κτίρια αυτά μεταξύ του αρχαιολογικού χώρου και του νέου Μουσείου.

Το κτίριο του Κουρεμένου είναι ένα χαρακτηριστικό δείγμα μιας εποχής που ακόμη υπήρχε η φιλοδοξία δημιουργίας μιας αστικής τάξης με ευρωπαϊκές προοπτικές. Μορφωμένοι αστοί, μιας νέας εθνικής κοινωνίας αυτοχθόνων και της διασποράς, που έστησε ένα αρχικό μόρφωμα αστικής κουλτούρας και οικονομίας παραγωγής, όπως ξεκίνησε με την πολιτική Βενιζέλου. Στις όψεις του κτιρίου αυτού αντανακλώνται οι πολιτιστικές αναζητήσεις αυτών, που αργότερα στην λογοτεχνία, θα ψάξουν για μία ελληνικότητα. Από τις ανάγλυφες σε μάρμαρο δύο γυναίκες που κρατούν στο κεφάλι τους φανούς της εισόδου, μέχρι τα περίτεχνα και πλούσια σε χρυσές ψηφίδες μεγάλα ψηφιδωτά στην επίστεψη, εικονίζει της ανησυχίες αυτής που έμεινε γνωστή σαν «η γενιά του 30’».
Τώρα, παρ’ όλον ότι η διατήρηση αυτών τέθηκε σαν όρος του σχεδιασμού, κάποιοι παίρνουν τον αρχικό τους λόγο πίσω, προωθώντας ένα ακόμη έγκλημα κατά της αρχιτεκτονικής ιστορίας αυτής της ταλαίπωρης πόλης.
Όμως, ο Μπερνάρ Τσουμί είναι ένας πολύ γνωστός διεθνώς αρχιτέκτων, με αναμφίβολα, γνώσεις και πείρα τέτοια που βρίσκει τρόπους να παρακάμπτει και να επιλύει τα προβλήματα που προκύπτουν κατά την διάρκεια της σχεδιαστικής πορείας ενός αρχιτεκτονικού έργου. Πολύ περισσότερο όταν το πρόβλημα είναι εξ’ αρχής δεδομένο και αποτελεί και όρο του διαγωνισμού.
Τα προς διατήρηση υπάρχοντα κτίρια, κάτι που δεν είναι άμεσα ορατό, έχουν περιληφθεί στη τελική μελέτη και σίγουρα δεν ενοχλούν τις οπτικές γωνίες από το σύνολο των διαδρομών του μουσείου. Αν δεν είναι έτσι τότε ο πολύς Τσουμί δεν ξέρει την δουλειά του. Επί πλέον, σε κάθε κτίριο μπορεί να προκύψουν κάποια αδύνατα σημεία τα οποία με μαεστρία μπορούν να κρυφτούν ή να αποδυναμωθεί η παρουσία τους δίνοντας τους θέση τέτοια που να μην προβάλλονται άμεσα. Τέτοιο, εκτός από τον όγκο που σταδιακά φαίνεται από την κατηφόρα της οδού Μητσαίων, πιστεύω ότι είναι το στέγαστρο της εισόδου, του οποίου το ύψος, ναι μεν προσφέρει άπλετη θέα στους μελλοντικούς θαμώνες, αλλά το μήκος και το σχήμα φοβούμαι ότι θα προσφέρουν μια κακή εικόνα στους περιπατητές της Διον. Αρεοπαγίτου. Πέραν του απαράδεκτου όγκου, αυτή η «παντόφλα» που υπερίπταται της εισόδου θα είναι το ποιο αρνητικό στοιχείο της όλης σύνθεσης.
Συνολικά, το ενεργοβόρο αυτό κτίριο αποπνέει έντονα αρχιτεκτονική αρχών της δεκαετίας του 60. Ίσως γιατί σαν καλός επαγγελματίας που είναι, εκτός από πολύ γνωστός αρχιτέκτων, κατάλαβε πως τέτοια αρχιτεκτονική έχει πέραση σε μία χώρα όπου η κίνηση της προόδου και των αναζητήσεων είναι αντιστρόφως ανάλογη της κυκλοφορίας ακριβών αυτοκινήτων. Έτσι παρ’ όλον ότι στο παρελθόν είχε πάρει αρνητική θέση για την αναγκαιότητα κατασκευής τέτοιου όγκου μουσείου στο σημείο αυτό, μόλις κτύπησε το καμπανάκι του διαγωνισμού έτρεξε αμέσως να δηλώσει παρών.

Το κτίριο του Κουρεμένου μοναδικό στην Ελλάδα Art Decó υψηλής ποιότητας καθώς και το νεοκλασικό του Παπαθανασίου, ένα από τα ελάχιστα εναπομείναντα στην Αθήνα, κινδυνεύουν να κατεδαφιστούν χωρίς σοβαρό λόγο, αλλά από μία λογική που παραμένει ακόμη στην εποχή της αλόγιστης ανοικοδόμησης με τον φερετζέ της ανάπτυξης.

Από τα πολλά που γράφθηκαν στον τύπο το τελευταίο δίμηνο συγκράτησα δύο άρθρα που υποστηρίζουν τα υπέρ και τα κατά της κατεδάφισης.
Το πρώτο αναφέρεται στη τοποθέτηση του Γεωργίου Αλέξανδρου Μαγκάκη, και το δεύτερο του αν. καθηγητή Ιστορίας και Θεωρίας της Αρχιτεκτονικής τουΑ.Π.Θ. κ. Α. Γιακουμακάτου.
Θα ξεκινήσω την παράθεση με την Γνωμοδότηση του Γεωργίου Αλέξανδρου Μαγκάκη η οποία βάζει το θέμα στο βάθρο που του αξίζει και οι περισσότεροι παραβλέπουν. Αυτό αφορά κύρια την ελαφρότητα που αντιμετωπίζονται οι θεσμοί στον τόπο μας όχι μόνο από την άγνοια του μέσου πολίτη, αλλά και από αυτούς που είναι υποχρεωμένοι να τους προστατεύουν λόγω θέσης στη πολιτική και πνευματική ιεραρχία.
Λέει λοιπόν ο Γ. Α. Μαγκάκης:
«…ο χαρακτηρισμός ενός οικοδομικού έργου ως διατηρητέου στηρίζεται, όπως είναι αυτονόητο, στην αναγνώριση της πολιτιστικής σημασίας του, η διαφύλαξη της οποίας υπηρετεί την πολιτιστική μας αυτογνωσία. Ο χαρακτηρισμός, συνεπώς, αυτός δεν μπορεί να αναιρεθεί και να επιτραπεί η κατεδάφιση του κτηρίου, εκτός αν εκ των υστέρων ήθελε κριθεί ειδικά και μόνον ως πολιτιστικά εσφαλμένος. Αν μάλιστα αποτολμηθεί για λόγους πρακτικούς, άσχετους προς το πολιτιστικό νόημά του, τότε εκφράζει πολιτιστική επιπολαιότητα, η οποία συνιστά απαράδεκτη απαξίωση της πολιτιστικής ευαισθησίας μίας κοινωνίας. Η πρόταση, συνεπώς, του αποχαρακτηρισμού των δύο κτηρίων της οδού Δ. Αρεοπαγίτου είναι πολιτιστικά απαράδεκτη, η οποία , αν αποτολμηθεί, θα συνιστά πολύ κακή περίπτωση άσκησης της κρατικής εξουσίας. Ο λόγος δε που προβάλλεται, συγκεκριμένα ότι έτσι οι θαμώνες του αναψυκτηρίου του Ν. Μουσείου θα έχουν καλύτερη θέα προς την Ακρόπολη, είναι αληθινά ταπεινωτικός». (εφ. «Ελευθεροτυπία» 31-7-07)

Σαφής και απλός λόγος ενός νομικού, που διδάσκει την συνέπεια που απορρέει από την σωστή εκτίμηση του νόμου όπου δεν χωράνε ερμηνευτικές απλουστεύσεις. Αντίθετα η απόφαση του Κ. Βουλγαράκη λέει : «…αίρουμε την ολική και διηνεκή προστασία του επί της οδού Διον. Αρεοπαγίτου 17 πολυώροφου κτιρίου ευρισκόμενου εντός του κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου Ακρόπολης προκειμένου το νεοανεγερθέν Μουσείο Ακρόπολης, που θα στεγάσει τα αριστουργήματα της ελληνικής πλαστικής από τα μνημεία της Ακρόπολης, να έχει απρόσκοπτη επαφή με τον αρχαιολογικό χώρο του ιερού βράχου με τον οποίο αποτελεί αδιάσπαστη πολιτιστική ενότητα.» κλπ,κλπ.
Για την αναγνώριση της πολιτιστικής σημασίας των κτιρίων, κουβέντα ο κύριος υπουργός, αντίθετα οι υπερβολές και τα λεκτικά κλισέ όπως «…να στεγάσει τα αριστουργήματα… ή …ο ιερός βράχος…» δίνουν και παίρνουν, για να υπογραμμίσουν την αμηχανία του ΥΠΠΟ μπρος σε αυτή την απόφαση.
που, όπως λέει και ο Μαγκάκης, «συνιστά απαράδεκτη απαξίωση της πολιτιστικής ευαισθησίας μιας κοινωνίας».


Το επόμενο άρθρο, του κ. Α. Γιακουμακάτου, με τον τίτλο « Το δίλημμα της κατεδάφισης» στο «ΒΗΜΑ» της 15/7/07, συνηγορεί υπέρ της κατεδάφισης με αντιφατικά επιχειρήματα, κύρια ως προς την ειδικότητά του, Ιστορικού και Θεωρητικού της Αρχιτεκτονικής, στο κύρος της οποίας πλαγιάζει για να μας πείσει.
Από την βάθρο της αρμοδιότητάς του, αφού μας περιηγήσει στην βιογραφία του Β. Κουρεμένου, την ποιότητα της δουλειάς του, την αποδοχή του έργου του με απονομή από την πολιτεία των τίτλων του ακαδημαϊκού και συμβούλου του Ελ. Βενιζέλου, την διατύπωση της κρίσης του για το κτίριο σαν «ευτυχή διατύπωση ενός αφαιρετικού κλασικισμού γαλλικής προέλευσης, σε μία μεταβατική για την νεοελληνική αρχιτεκτονική περίοδο, της οποίας αποτελεί μια από τις πιο εκλεπτυσμένες εκφάνσεις», στο τέλος αποφαίνεται : γκρεμίστε το! Από το Πάνθεον στα Τάρταρα.

Το άρθρο με νευρικότητα κινείται μεταξύ ανάδειξης της ποιότητας, της προς κατεδάφιση οικοδομής, έμμεσης απαξίωσης[1] και προβολής ιδιοτέλειας από μέρους των ιδιοκτητών να σώσουν το σπίτι που μεγάλωσαν και έκτισε και έζησε ο πατέρας τους - λες και δεν το έχουν αυτό το δικαίωμα- αλλά και του παζαρέματος, μια και υπάρχουν δύο κτίρια του Κουρεμένου στον ίδιο δρόμο. Ας χάσουμε το ένα. Θα μας μείνει το άλλο στον αριθμό 3,7 στο οποίο «το σχεδιαστικό ήθος του Ηπειρώτη αρχιτέκτονα διατυπώνεται με ταυτόσημους όρους». «Οι ρέκτες της καλής Αρχιτεκτονικής» εμείς δηλαδή, θα μείνουν έτσι ικανοποιημένοι.
Μπράβο του! Έπιασε τον ταύρο απ' τα κέρατα.
Το ήθος όμως του ρέκτη καθηγητή αποκρύπτει το γεγονός ότι το σπίτι του αριθμού 17 έχει μια άλλη ποιότητα στις πλαστικές εφαρμογές που το κατατάσσουν μοναδικό. Όχι μόνο μεταξύ των άλλων έργων του Β. Κουρεμένου, αλλά και μεταξύ των ελάχιστων στην Ελλάδα και ισότιμο με αντίστοιχα ευρωπαϊκά ή αμερικανικά
Επίσης, η αντιπαράθεση του ιδιωτικού συμφέροντος ( οικία Κουρεμένου ), με το δημόσιο ( Μουσείο) είναι ατυχής για τον κύριο καθηγητή της Ιστορίας και Θεωρίας της Αρχιτεκτονικής. Ο απλός λόγος είναι ότι το κτίριο αυτό ανήκει στην ιστορία αυτής της πόλης και αυτής της χώρας, όπως επίσης και ο αρχιτέκτονάς του. Έχει καταστεί πλέον δημόσιο κτήμα. Υπήρξε μάλιστα και κατοικία του, αν αυτό συντρέχει σαν επί πλέον λόγος διατήρησης ενός κτιρίου, για την τρέχουσα ρωμέϊκη λογική.
Το αν «οι πάσης φύσεως κάτοικοι έχουν δίκιο γιατί απειλούνται οι ιδιοκτησίες τους», θέλω να διευκρινίσω ότι δεν απειλείται καμία ιδιοκτησία μου. Απειλείται όμως η αισθητική μου καθώς και η συναισθηματική σχέση με την γειτονιά αυτή στην οποία η οικογένειά μου κατοικεί για τέσσερις γενιές. Είναι η συνύπαρξη σε βάθος παρελθόντος χρόνου που φτιάχνει και «δένει» την κοινωνία των Πόλεων. Και πάνω σ’ αυτήν τη μαγιά κτίζεται και το μέλλον. Οι αμερικανιές, του τύπου γκρεμίζουμε για να ανανεωθούμε από την μιζέρια (?), δεν πρέπει να σαρώσουν εμάς και ότι ελάχιστο που απέμεινε από το νεώτερο παρελθόν.
Παράλληλα όμως μου γεννιούνται δύο ερωτήματα. Το πρώτο, αν στην θέση των δύο προς κατεδάφιση κτιρίων βρισκόταν, το κοντινό στο Μουσείο σχολείο του Π. Καραντινού, γνωστό και σαν Σχολή Μπούρα, που έχει μελετήσει και δημοσιεύσει ο κ. καθηγητής θα είχε την ίδια άποψη που τρέφει την ορμή στο κατεδαφιστικό του μένος?
Το δεύτερο, αν συναινεί τόσο εύκολα στην εξαφάνιση μοναδικών δειγμάτων της αρχιτεκτονικής, σκέφτηκε αν θα του μείνει και τίποτα να διδάξει στο μέλλον;
Στο ερώτημά του, εκβιαστικό διότι παραθέτει χαρακτηρισμούς με αρνητικούς συνειρμούς, τι να προτιμήσουμε την ιδιωτική οικοδομή του 1925 (όχι δημόσιο και παλαιό) ή το νέο Μουσείο (δημόσιο και μοντέρνο) , απαντούμε, και τα δύο. Θα δικαιώσει ο χρόνος τις επιλογές. Στα πολιτισμένα κράτη η θανατική καταδίκη έχει καταργηθεί και για έναν, επί πλέον του ηθικού, λόγο. Ότι η πλάνη δεν αποκαθίσταται.


[1] Εκτός από την απαξιωτική αναφορά στα «οπίσθια» των οικοδομών, στο ίδιο απαξιωτικό μοτίβο είναι και το ψέμα για το παράνομο πανωσήκωμα, Ο συντάκτης έδειξε αμέλεια στην πληροφόρησή του, (ή μήπως πονηριά;). Ήδη στην «Ελευθεροτυπία» της 10/7/07 σελ.34, αναφέρεται σαφώς από την θυγατέρα του Β. Κ. ότι ο 4ος όροφος κτίσθηκε νόμιμα το 1947.
Και για να παραφράσω τα των "οπισθίων", θεωρώ την οικία Κουρεμένου καλήπυγο.

Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2007

Η ΜΕΤΑΛΛΑΞΗ ΜΙΑΣ ΘΕΑΣ








Γύρισα στην Αθήνα πάλι για να ασκήσω το εκλογικό μου δικαίωμα, στην αγαπημένη γειτονιά όπου μεγάλωσα. Την – άγνωστη σαν όνομα πλέον – Γαργαρέττα. Ή, παλαιότερα, Κολωνάκι. (Όχι το γνωστό του Ντα Κάπο). Μιλάω για την περιοχή γνωστή πλέον σαν «Μακρυγιάννη», όπου δείχνει πλέον το μπόι του το Νέο Μουσείο Ακροπόλεως, μύτη-μύτη με το κτίριο «Βάϊλερ», για να στεγάσει τα διεκδικούμενα μάρμαρα του Παρθενώνα. (Αν δεν τα δώσουν οι Άγγλοι θα μείνει μισοάδειο ή μισογεμάτο. Όπως προτιμάτε.)
Μία γρήγορη βόλτα στον συνωστισμένο δρόμο από τα περίπτερα της έκθεσης βιβλίου, της Δ. Αρεοπαγίτου για να ξαναδώ για εκατομμυριοστή φορά και ίσως τελευταία, το κτίριο του Βασίλη Κουρεμένου στο Νο. 17.

Ο ΥΠΠΟ υπέγραψε, παραμονή των εκλογών, την θανατική καταδίκη των δύο κτιρίων, το αρ-ντεκώ του αρχιτέκτονα του μεσοπολέμου Βας. Κουρεμένου και το νεοκλασικό ιδιοκτησίας Βαγγ. Παπαθανασίου επί της οδού Διονυσίου Αρεοπαγίτου, βιαστικά-βιαστικά, πριν τις εκλογές, στα μουλωχτά, μην τον προλάβει κανένας καινούργιος υπουργός και αλλάξει ρότα η υπόθεση. Έτσι έκλεισε ένας κύκλος που ξεκίνησε την εποχή του Καραμανλή πρεσβύτερου και τελείωσε επί Καραμανλή νεότερου. Ο πρώτος γκρέμισε το σπίτι και εργαστήρι του Παρθένη, ακριβώς απέναντι από το μπαρ-εστιατόριο «Διόνυσος», για τους ίδιους λόγους που ο νεώτερος κατεδαφίζει τα κτίρια των αριθμών 17-19 του ίδιου δρόμου. Δεν εμπόδιζαν, αλλά ενοχλούσαν την άρτια-σχεδόν παρθενική- εικόνα της θέας προς την Ακρόπολη, των πελατών των δύο καφέ-εστιατορίων. Έτσι η Καραμάνλιος αισθητική συνεχίζεται απρόσκοπτα, παρ’ όλον ότι τα αποτελέσματα τα ζούμε πανελλαδικά εδώ και 45 χρόνια.
Χτικιό ιστορία αυτή της ανέγερσης του Μουσείου ακροπόλεως, αλλά ας κάνω μια επιστροφή στο παρελθόν με ό,τι θυμάμαι τα τελευταία χρόνια.


1- Η ΑΡΧΗ

1969. Η εποχή της μαύρης σκλαβιάς και το σύμβολο της Δημοκρατίας.





2004 .Η εποχή της απελευθέρωσης και το σύμβολο της ελευθερίας.



Και άρχισαν τα έργα με στόχο την ανάδειξη. Του αρχαίου μας πλούτου και των γλυπτών που δεν ήσαν εκεί. Γιατί ήσαν αλλού. Είπαν οι αρχηγοί μας ότι, εάν κατασκευάσουμε κατάλληλο χώρο υποδοχής τότε η αποδοχή από μέρους των σημερινών ιδιοκτητών θα είναι ενθουσιώδης. Σε τέτοιο μάλιστα βαθμό που ντρεπόμενοι για της βανδαλώδεις ενέργειες κάποιου τρισάθλιου προγόνου τους, θα μας επέστρεφαν αυθωρί και παραχρήμα τα υπεξαιρεμένα γλυπτά έτσι ώστε να βρεθούν στον ιστορικό τους τόπο. Βεβαίως δεν λέμε ξεκάθαρα ότι έτσι θα κόβουμε εμείς εισιτήρια αντί γ’ αυτούς. Αυτό το γνωρίζουν καλά γ’ αυτό και κάνουν τους δύσκολους, παρ’ όλον ότι ένας από τους πρωθυπουργούς του παρελθόντος τα είχε ζητήσει δανεικά με μισακά κέρδη. Τι, βλάκες είναι; Είπαν όχι!

Και η νέα μεγάλη ιδέα θεμελιώθηκε. Που; Μα πάνω σε άλλα αρχαία. Η γειτονιά αυτή είναι γεμάτη.
Δεν το ξέρανε;
Περίεργο; Όχι, καθόλου.
Εκατό χρόνια είναι που εντάχθηκε στο σχέδιο πόλης (1878) και πενήντα από την έναρξη της αντιπαροχής. Κατά δεκάδες οι ανοικοδομήσεις κατ’ έτος.

Σειρά:
Κατεδάφιση προϋπάρχοντος. (Συνήθως διώροφο νεοκλασικό).
Μετά εκσκαφή.
Μετά, εύρεση αρχαίων.
Μετά, καταγραφή, αποτύπωση, φωτογράφηση αρχαίων.
Μετά, πέταγμα αρχαίων και συνέχιση των εργασιών.
Αποτέλεσμα:
Μια επαναλαμβανόμενη ενέργεια γίνεται συνήθεια σε επίπεδο διαστροφής. Έτσι σκέφτηκαν οι άνθρωποι. «Μια και τα κτίζουμε πάνω από έναν αιώνα τι έγινε αν κτίσουμε κι’ αυτά; Σιγά τα’ αυγά. Μίλησε ποτέ κανείς ποτέ;» Όχι.
Αυτή την φορά όμως, μίλησαν. Και πάρα πολλοί. [1]


[1]«… Οι αρχιτέκτονες, Αριστομένης Προβελέγγιος, Άρης Κωνσταντινίδης και Γεώργιος Κανδύλης, ο τότε Πρόεδρος της Αρχαιολογικής Εταιρείας κ. Γεώργιος Δοντάς, ο Γραμματέας της Αρχαιολογικής και νυν Πρόεδρός της και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών κ. Βασίλειος Πετράκος, η γνωστή από τις εργασίες της για την αναστήλωση της Μονεμβασιάς και διευθύντρια της Γενναδίου Βιβλιοθήκης κα. Χάρις Καλλιγά, ο καθηγητής του Πανεπιστημίου και ανασκαφέας της Σαντορίνης κ. Χρίστος Ντούμας, ο γνωστός αρχιτέκτων και αρχαιολόγος Ιορδάνης Δημακόπουλος, ο επίτιμος έφορος αρχαιοτήτων Γεώργιος Παπαθανασόπουλος. Ακόμη, ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων μέχρι την αλλαγή της ηγεσίας του, οπότε ο νέος Πρόεδρός του (προερχόμενος από την τότε κυβερνητική παράταξη) μετείχε και στην και στην επιτροπή του τελευταίου διαγωνισμού, το ελληνικό τμήμα αλλά και η Γενική Συνέλευση του ICOMOS, η Σχολή Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ, 21 καθηγητές αμερικανικών πανεπιστημίων, μεταξύ των οποίων και ίδιος ο Τσουμί (μέχρι που πήρε τη δουλειά και σίγησε), 63 καθηγητές ελληνιστές, ιστορικοί και αρχαιολόγοι από γαλλικά πανεπιστήμια, καθηγητές αυστριακών πανεπιστημίων και ο κατάλογος δεν κλείνει».
«Μουσείο εξαγοράς συνειδήσεων;» του Γιώργου Σαρηγιάννη, Καθηγητή Πολεοδομίας στο Ε.Μ.Π. Περιοδικό «ΑΝΤΙ», τεύχος 815 (16/4/04)





Αλλά δεν ίδρωνε τα’ αυτί του υπουργού. (Που είναι και καθηγητής του συνταγματικού δικαίου.)
Αυτός είχε την έπαρση που του ‘δινε ο ενθουσιασμός του δίκαιου αγώνα.
Υπήρχε διάχυτη η ιαχή: «εμπρός για μια νέα σοσιαλιστική Ελλάδα». Όλοι χαιρόντουσαν και χαμογελούσαν. Η αισιοδοξία μας δρόσιζε τα μάγουλα και στέγνωνε τις καλοκαιριάτικες μασχάλες. Η εθνική μας ταυτότητα θα αποκτούσε μία ακόμη σφραγίδα πιστοποίησης ISO.




Τώρα πλέον το «διατηρητέο» κτίριο του Βάιλερ άρχισε να σβήνει από την οπτική αυτών που ανηφορίζουν μια ζωή την οδό Μακρυγιάννη. Ήταν κάποτε η ωραιότερη και ποιο πλήρης εικόνα του ιστορικού χώρου. Έβλεπες, κατά την πορεία ανόδου το παλαιό Στρατιωτικό Νοσοκομείο με φόντο την Ακρόπολη και τον Παρθενώνα. Όταν μάλιστα έφτανες στο μέσο της διαδρομής, ατένιζες στα αριστερά και το μνημείο του Φιλοπάππου, που συμπλήρωνε το πανόραμα.


Στο άμεσο μέλλον για να τα δεις όλα αυτά - την καθημερινή μας οπτική τροφή - θα χρειάζεται να κόψεις εισιτήριο συν τοστ-φραπεδάκι στην ταράτσα – υπόστεγο.





Ο καθ. Παντερμαλής , πρόεδρος του Οργανισμού Ανέγερσης Νέου Μουσείου Ακροπόλεως, τελευταία αποφάνθηκε ότι το κτίριο δεν αναπνέει εγκλωβισμένο με τα γειτονικά διατηρητέα του ίδιου οικοδομικού τετραγώνου. Αν το δει από την Ακρόπολη θα διαπιστώσει ότι δεν χωράει πουθενά σ’ αυτή τη δύσμοιρη πόλη. Γι’ αυτό κι’ έβαλε πλώρη, επιτυχή μέχρι τώρα, για την κατεδάφιση τους. Τον θυμάμαι σε μία συνέντευξη που είχε παραχωρήσει σε κάποιο από τα κυριακάτικα ένθετα, ένα χρόνο πριν τους ολυμπιακούς, να λέει πως το μουσείο θα είναι έτοιμο για της εκδηλώσεις της έναρξης. Φαίνεται, ο άνθρωπος δεν έχει παρατηρητικότητα γιατί πολυκατοικία πενταώροφη των 150 τ.μ. ανά όροφο, αν έβλεπε στην γειτονιά του να κτιζόταν, θα τελείωνε σε δύο χρόνια.



Δευτέρα 3 Σεπτεμβρίου 2007

ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΚΑΠΝΟΥΣ ΚΙ' ΑΠΟΚΑΪΔΙΑ

Δύο πράγματα με συγκίνησαν στη χθεσινή εφημερίδα. Το ένα ήταν τα κέρδη της
εθνικής Τράπεζας που τρέχουν με 60% μόνο για το πρώτο εξάμηνο!!! ευτυχώς που συμμετέχω κι’ εγώ σ’ αυτόν τον πλούτο με καταθέσεις 46€. Νοιώθω άλλος άνθρωπος.

Το άλλο είναι η δήλωση του Χριστόδουλου από το κρεβάτι του πόνου στο Μαϊάμι. Είπε : «αυτό που συνέβη είναι πρωτοφανές και χωρίς αμφιβολία είναι σχέδιο ανατρεπτικό της πολιτικής ευστάθειας».



Δεν γνωρίζω τις πηγές που αντλεί τέτοια βεβαιότητα σε θέματα τόσο υλικά ενώ συνδιαλέγεται με τα θεία. Θα ήταν λογικότερο να μας πει ότι είναι θεία τιμωρία για τις αμαρτίες μας. Κι’ έχουμε πολλές, κύρια όμως την μέχρι τώρα ψήφο μας.

Ο Πάπας ήταν σαφέστερος κατηγορώντας οργανωμένα συμφέροντα για το μπουρλότο που ανάβει στην Μεσόγειο από Ελλάδα μέχρι Πορτογαλία. Μετά το filioque νέα διάσταση απόψεων Η σύγκλιση των εκκλησιών θα είναι δύσκολη. H σύγκλιση όμως της δεξιάς του Θεού με τον «Θεό» σίγουρη. Να ‘ναι καλά και τα 30.000.000€ του προσφοράς των φορολογουμένων προς τα Θεία μέσω Αλογοσκούφη.

σαν συνέχεια του προϋγούμενου




...........Βρήκα επιτέλους κι’ αυτές τις φωτογραφίες για τα σκουπίδια του άλσους που αγκαλιάζει το ρέμα στην είσοδο του ζωωλογικού κήπου και τον χώρο πρόσβασης στο Θέατρο Δάσους. Τις τράβηξα πρίν λίγα χρόνια την παραμονή που κάποια συνεργεία (του Δήμου, της Νομαρχίας ; Άγνωστο) τα σκεπάσει με χώμα, για να συνεχιστεί η προσθήκη νέων φορτωμάτων από αγνώστους. Σε λίγο καιρό ίσως να βρίσκουμε μπάζα και σπαζμένες καρέκλες, μπανιέρες με ντουλάπια και στην πλατεία Αριστοτέλους.




Παρασκευή 31 Αυγούστου 2007

Για μια αρχή μέσ' από τις φλόγες

Τώρα ποια το κακό έγινε. Ψάχνουν τους φταίχτες. Από τη γριά με το τσουκάλι μέχρι τους συνήθεις ύποπτους των Εξαρχείων. Ήταν τρομοκράτες, οικοπεδοφάγοι, big businessmen- επενδυτές των real estate, πυρομανή παιδάκια, δόλιοι υπονομευτές της κυβέρνησης;
Είναι η ασυγχώρετη αδιαφορία για το περιβάλλον το οποίο καταναλώνουμε με την ίδια άνεση τσαλακωμένης εφημερίδας που πετιέται μετά την ανάγνωση, (και σίγουρα δεν καταλήγει στην ανακύκλωση).
Μια βόλτα την Κυριακή 26/8 από την Κασσανδρεία Χαλκιδικής μέχρι το Σάνη, διασχίζοντας το πευκοδάσος, η ομορφιά των πεύκων αναιρείται από το θέαμα εγκατάλειψης από αυτούς που είναι υπεύθυνοι για την φύλαξη και συντήρησή του. Και αυτά ένα χρόνο μετά την φρικτή εμπειρία του αφανισμού ενός μεγάλου μέρους του δρυμού της νοτιοδυτικής Χαλκιδικής. Και την ίδια στιγμή που η Πελοπόννησος φλεγόταν οδηγούμενη στον αφανισμό, κανένας δεν έχει φροντίσει να καθαρίσει το δάσος που απέμεινε στην δυτική πλευρά της χερσονήσου από τα ξερά κλαδιά, τις σορούς από πευκοβελόνες στις άκρες του δρόμου και τα ξεραμένα δένδρα. Να προσθέσω και το μόνιμο πανελλήνιο, πλέον, στολίδι κάθε δρυμού, χαράδρας ή πάρκου, τους σάκους με τα πεταμένα σκουπίδια. Τα ίδια παρατήρησα και πέρσι το καλοκαίρι στην Θάσο, όπου πορευόμενος από τον Ποτό προς τις Αλυκές οι συσσώρευση από τις πευκοβελόνες στα όρια τις ασφάλτου, έφτανε τα 30 εκατοστά ύψος. Ότι πρέπει για τσιγάρο απαθούς ή αφηρημένου οδηγού.
Ούτε ένα ευρώ, από τα εγκεκριμένα 33 εκατομμύρια ευρώ, δεν έχει απορροφηθεί από το Ταμείο Συνοχής της Ε.Ε. για την «προστασία των δασών» από το έτος 2000 έως σήμερα. Μπράβο στα σαΐνια που αλληλοκατηγορούνται σήμερα για ανεπάρκεια και δόλο.
Και για να έρθω κοντά, εδώ στα δικά μας, της Θεσσαλονίκης, για το περιαστικό δάσος του «Σεϊχ Σου» υπάρχουν στα αζήτητα 9 εκατ. ευρώ, αλλά η απορρόφηση προκύπτει μηδενική. Εφ’ όσον οι εντεταλμένοι από το νόμο και με τις ψήφους μας, παριστάνουν τους διαχειριστές, της εξουσίας που τους δώσαμε, χωρίς όμως να την ασκούν σωστά, το ερώτημα είναι αν είναι ανεπαρκείς ή πονηροί. Οι πιέσεις διεκδικητών για ανοικοδόμηση προηγούνται της φωτιάς του 1997. Η Ξυροτύρη το ξέρει και το πάλεψε .
Καμιά φορά απλές παρατηρήσεις δείχνουν εύγλωττα τον βαθμό ανεπάρκειας ή άλλως την πολιτική υποβάθμισης και απαξίωσης του πράσινου, που βιώνουμε.






Διασχίζω σχεδόν καθημερινά το τμήμα του δρόμου του Σεϊχ Σου που από τον Άγιο Παύλο οδηγεί στην οδό Αγαθουπόλεως των 40 Εκκλησιών. Το 2003 στην κατηφόρα μετά την διασταύρωση για περιφερειακή και 40 Εκκλησιές, στο 50 μέτρα προς την Αγαθουπόλεως, κάθε μέρα κάποιοι ρίχνανε μπάζα και αντικείμενα. Αποτέλεσμα, το 1 μέτρο απόστασης από την άσφαλτο στο πρανές της ρεματιάς σε δύο χρόνια είχε φτάσει τα 5 μέτρα. Ο δρόμος έχει διαρκή κυκλοφορία όλο σχεδόν το 24ωρο. Από εκεί δεν πέρασαν ποτέ κανένας δήμαρχος, εισαγγελέας, αστυνομικός, δασάρχης, βουλευτής και άλλοι; Μάλλον προσεκτικοί στην οδήγηση, κοιτούσαν με αυστηρή προσήλωση την ευθεία μπροστά τους χωρίς πλάγια βλέμματα και δεν είδαν.
Στη συνέχεια τον τρίτο χρόνο κάποια συνεργεία έκαναν κάποιες εργασίες, ίσως καθαρισμού ευρύτερα στην περιοχή αυτή, αλλά αυτή την συσσώρευση από μπάζα, ντουλάπια, μπιντέδες, καναπέδες και άλλα δεν την καθάρισαν. Έριξαν χώμα από πάνω και τα κάλυψαν. Όπως η καλή νοικοκυρά. Τα σκουπίδια κάτω από το χαλί. Έβαλαν και ένα ξύλινο καγκελάκι και ησύχασαν. Στην επόμενη χρονική περίοδο, μέχρι σήμερα η δραστηριότητα δημιουργίας de facto χωματερής στο περιβάλλον του Θεάτρου Δάσους και του Ζωολογικού Κήπου συνεχίζεται με επιμέλεια. Μια βόλτα κοντά στα πρανή του δρόμου αποκαλύπτει όλο το οικολογικό μας μεγαλείο.